Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Ο Όμηρος, η Τροία και η Ιστορία

Οι φιλόλογοι πιστεύουν ότι ο Όμηρος είναι πάνω απ’ όλα ποιητής και δεν ενδιαφέρεται για την ιστορική αλήθεια, από την άλλη μεριά όμως θεωρούν ότι διασώζει ψήγματα αναμνήσεων από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού ή αλλιώς Μυκηναϊκή Εποχή (1600-1200 περίπου π.Χ.). Πέρα από τις πασίγνωστες ομηρικές περιγραφές του κυπέλου του Νέστορα, της ολόσωμης ασπίδας του Αίαντα (σάκος) ή του κράνους με τους χαυλιόδοντες κάπρου, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν από ανάλογα αρχαιολογικά ευρήματα, εδώ θα επικεντρωθώ σε νεότερα στοιχεία που υποδεικνύουν ότι οι μνήμες τις οποίες διαφυλάσσει ο Όμηρος είναι ίσως περισσότερες απ’ αυτές που παραδεχόμασταν ως σήμερα. Τα περισσότερα καινούργια στοιχεία προήλθαν από το πεδίο της αρχαιολογίας της Εποχής του Χαλκού στη Μικρά Ασία (βασικά από τα αρχεία των Χετταίων και τις γερμανικές ανασκαφές στην Τροία). Γράφω από μνήμης, γι’ αυτό δεν υπάρχουν ακριβείς παραπομπές και λεπτομέρειες, αλλά στο τέλος δίνω μια βασική βιβλιογραφία, για όσους ενδιαφέρονται να διασταυρώσουν την αλήθεια των λεγομένων ή να εμβαθύνουν περισσότερο στο θέμα.
 
1) Ο Όμηρος δίνει δύο εναλλακτικά ονόματα για την πόλη της Τροίας: η Τροία και η Ίλιος (ή το Ίλιον). Τα αρχεία των Χετταίων επιβεβαιώνουν τον Όμηρο, καθώς ονομάζουν την πόλη και την περιοχή της με δύο ονόματα: T(a)ruisa και Wilusa (Wilusija). Μάλιστα ο Όμηρος διατηρεί και τον αρχικό φθόγγο -w- στο δεύτερο όνομα, ο οποίος παριστανόταν από τους αρχαίους με το γράμμα F (δίγαμμα - έμοιαζε με δύο Γ μαζί): σε πολλά σημεία στο ομηρικό κείμενο χρειάζεται να αποκαταστήσουμε το αρχικό -w- προκειμένου να γίνει ένας στίχος μετρικά ορθός (Wίλιος). O φθόγγος αυτός, κάτι σαν τον αρχικό ήχο στο αγγλικό “was”, διατηρείται στη μυκηναϊκή Ελληνική της 2ης χιλιετίας π.Χ., αλλά χάθηκε στη διάρκεια της 1ης χιλιετίας π.Χ., αν και στη δωρική και τις άλλες λεγόμενες δυτικές διαλέκτους άντεξε περισσότερο απ’ όσο στην αττικοϊωνική. Η μόνη διάλεκτος που τον διατηρεί μέχρι σήμερα σε ορισμένες λέξεις είναι η Τσακωνική, ο μοναδικός νεοελληνικός απόγονος της δωρικής.
 
 2) Ο Όμηρος δίνει την εντύπωση ότι η Τροία ήταν αξιόλογου μεγέθους πόλη, γεγονός που ερχόταν μέχρι σχετικά πρόσφατα σε αντίθεση με τα ερείπια στο λόφο του Χισαρλίκ της Τουρκίας. Οι νεότερες ανασκαφές (Korfmann) ανακάλυψαν την κάτω πόλη της Τροίας, η οποία αν και έχει ανασκαφεί σε μικρό της μέρος, δίνει την εκτίμηση ενός πληθυσμού περί τους 10000 ανθρώπους. Η Τροία, επομένως, ήταν αξιόλογη πόλη για τα δεδομένα της εποχής, στο μέγεθος της Ουγκαρίτ (βόρεια Συρία, απέναντι από την Κύπρο), η οποία ήταν πολύ σημαντικό εμπορικό κέντρο της Εποχής του Χαλκού.
 
3) Είναι βέβαιο ότι ο πόλεμος της Τροίας δεν έγινε μόνο για την Ελένη, αλλά επειδή οι Έλληνες εποφθαλμιούσαν τη στρατηγική της θέση πριν από τα στενά του Ελλησπόντου. Ωστόσο η αρπαγή μιας Ελληνίδας πριγκίπισσας ως αφορμή για τον πόλεμο δεν έχει τίποτα το παράλογο: από χεττιτικά και άλλα αρχαία κείμενα γνωρίζουμε τη σημασία των γυναικών βασιλικής καταγωγής για τη σύναψη ή τη διάλυση συμμαχιών μεταξύ κρατών: οι Αιγύπτιοι και οι Χετταίοι λίγο έλειψαν να «πιαστούν στα χέρια» λόγω ενός συμφωνημένου δυναστικού γάμου μεταξύ μιας Χετταίας πριγκίπισσας και του γιου ενός Φαραώ που δεν έγινε. 
 
4) Στο χεττιτικό κείμενο ενός όρκου αναφέρονται ανάμεσα στις κυριότερες θεότητες της Wilusa ο Apaliunas και το όνομα μιας πηγής-δεξαμενής νερού. Οι φιλόλογοι συμφωνούν ότι ο πρώτος είναι η χεττιτική εκδοχή του ελληνικού Απόλλωνα, ο οποίος προστατεύει με λύσσα την Τροία από τους Έλληνες στον Όμηρο, ενώ ο Όμηρος περιγράφει λεπτομερώς μια πολύτιμη δεξαμενή νερού στην ακρόπολη της Τροίας, η οποία μάλιστα ανακαλύφθηκε από τους αρχαιολόγους. O ελληνικός θεός Apaliunas / Απόλλων θα μπορούσε να είχε εισαχθεί στο τρωικό πάνθεον από κάποιον σημαντικό Έλληνα στην Τροία (βλ. αμέσως παρακάτω το 5).
 
5) Σε χεττιτικό κείμενο ένας από τους βασιλείς της Wilusa ονομάζεται Alaksandu. Οι φιλόλογοι συμφωνούν ότι πρόκειται για την ξενική απόδοση του ελληνικού ονόματος Αλέξανδρος. Ένας Έλληνας στο θρόνο της Τροίας την Εποχή του Χαλκού; Τίποτα το απίθανο. Θα μπορούσε να πρόκειται για κάποιον Έλληνα γαμπρό της βασιλικής οικογένειας της Τροίας, ο οποίος ανέβηκε στο θρόνο ελλείψει αρσενικού διαδόχου ή με κάποιου είδους πραξικόπημα. Οι γάμοι μεταξύ αριστοκρατικών οικογενειών διαφορετικών πόλεων ή κρατών ήταν συνηθισμένοι ακόμη και στην κλασική εποχή για λόγους ενίσχυσης διεθνών διασυνδέσεων και κύρους. Ο Κίμωνας  ήταν γιος του Μιλτιάδη από μια ξένη πριγκίπισσα της Θράκης. Ένας πλήθος ελληνικών μύθων που βασίζονται σε ιστορικά πρότυπα περιγράφουν πώς Έλληνες ήρωες έγιναν βασιλείς σε ξένους λαούς, αλλά και το αντίστροφο (λ.χ. ο Πέλοπας -βλ. Πελοπόννησος- ήταν Φρύγας στην καταγωγή που έγινε βασιλιάς του Άργους). Επίσης το Αλέξανδρος θα μπορούσε να είχε εισδύσει στο ονοματολόγιο της τρωικής βασιλικής οικογένειας από δεσμούς αμοιβαίας φιλοξενίας (έτσι διείσδυσε προφανώς το ξενικό όνομα Όλορος στην οικογένεια του Θουκυδίδη, γιου του Ολόρου). Αλλά το πιο σημαντικό: ο ίδιος ο Όμηρος δίνει μια παράξενη λεπτομέρεια: ο Πάρης, ο γιος του βασιλιά της Τροίας, είχε ένα δεύτερο όνομα, Αλέξανδρος. Να πρόκειται για μια διαστρεβλωμένη από το χρόνο ανάμνηση της ανόδου ενός Αλέξανδρου στο θρόνο της Τροίας; Ο Πάρης μοιάζει να αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση. Ίσως να πρόκειται για το υπόλειμμα μιας μορφής που σε μια παλαιότερη φάση του έπους να έπαιζε σημαντικότερο ρόλο απ’ όσο στον Όμηρο: αποτελεί τον αίτιο του Τρωικού Πολέμου, σκοτώνει τον δυνατότερο ήρωα των Αχαιών, τον Αχιλλέα. Κάποτε μοιάζει σαν παρείσακτος, τριγυρίζοντας νεαρό παιδί με τα κοπάδια της βασιλικής οικογένειας μακριά από την πόλη, στην Ίδη (να υπονοείται ένας ξένος, ο οποίος ανέβηκε αιφνιδιαστικά στην κοινωνική ιεραρχία της Τροίας;). Το διπλό του όνομα, ένα τρωικό και ένα ελληνικό, θυμίζει περιπτώσεις αλλαγής ονόματος σε περίπτωση ανάληψης σημαντικού αξιώματος, από την άνοδο στον παπικό θρόνο ως την ανάληψη νέου δυναστικού ονόματος από τους Φαραώ στην Αίγυπτο. Ίσως ο Αλέξανδρος να έγινε Πάρης, ένα όνομα που όπως λένε οι ειδικοί των γλωσσών της Μικράς Ασίας (Ανατολιακές γλώσσες: χεττιτική, λουβική, λυδική, λυκική, καρική και μερικές ακόμη συγγενικές μεταξύ τους) είναι από την ίδια ρίζα με το όνομα Πρίαμος. Χεττιτικά πρόσωπα που εμφανίζονται στις πινακίδες της Χαττούσα έχουν ονόματα ταυτόσημα με τα ονόματα Πρίαμος-Πάρης: Parijamuwa-Pariziti (χεττιτικές εκδοχές). Και άλλα τρωικά ονόματα στον Όμηρο όπως Ύρτακος, Άσιος έχουν πιθανές χεττιτικές ετυμολογίες. Ιδιαίτερα το όνομα Άσιος πρέπει να συνδέεται με τον Άσιο λειμώνα του Ομήρου, μια πεδιάδα στη Λυδία (μόνο αργότερα η λέξη πλάτυνε και δήλωνε πρώτα τη Μικρά Ασία και στη συνέχεια όλη την Ασία ως ήπειρο). Το όνομα στα χεττιτικά κείμενα είναι Assuwa (ομοσπονδία πόλεων που επαναστάτησαν εναντίον των Χετταίων γύρω στο 1400 και είχαν την υποστήριξη της Αχιγιάβα -βλ. παρακάτω το 6), στα μυκηναϊκά Aσwίyα (για δούλες προερχόμενες από κάπου στη Μικρά Ασία). Πβ. τη θεότητα Πότνια Ασwίya (Η Δέσποινα της Ασίας) στις μυκηναϊκές πινακίδες.
 
6) Στα κείμενα των Χετταίων γίνεται συχνά λόγος για το βασίλειο της Αχιγιάβα ή Αχίγια, που βρίσκεται πέρα από τη θάλασσα, δυτικά των ακτών της Μ. Ασίας. Πρόκειται για μια ενοχλητική δύναμη με τάση να ανακατεύεται διαρκώς στα ασταθή όρια της χεττιτικής δύναμης στη δυτική Μικρά Ασία και ιδιαίτερα στην περιοχή της Millawanda ή Milawata (Milwatos > Μίλατος, Μίλητος) και της Taruisa. Ο βασιλιάς της Αχιγιάβα αποκαλείται για ένα διάστημα «αδελφός» του Χετταίου βασιλιά, ένας τιμητικός τίτλος που προοριζόταν μόνο για τις υπερδυνάμεις της εποχής. Οι φιλόλογοι συμφωνούν ότι η λέξη Αχιγιάβα αποτελεί απόδοση των λέξεων Αχαΐα, Αχαιοί, το όνομα με το οποίο αποκαλούν οι Μυκηναίοι Έλληνες τον εαυτό τους στον Όμηρο (η ονομασία Έλληνες καθιερώθηκε μόνο κατά την 1η χιλιετία). Τα αιγυπτιακά αρχεία συμφωνούν: οι Έλληνες εμφανίζονται με την ονομασία Equesh. Το ζήτημα που ανακύπτει είναι το εξής: το βασίλειο της Αχιγιάβα παρουσιάζεται σαν ένα είδος αυτοκρατορίας, ενώ η εντύπωση που αποκομίζουμε από τις μυκηναϊκές πινακίδες είναι ότι κάθε βασίλειο (λ.χ. Πύλος, Μυκήνες, Θήβες, Κνωσός) αποτελεί ανεξάρτητη κρατική οντότητα. Έως πρόσφατα οι ειδικοί συμφωνούσαν ότι η ενότητα του μυκηναϊκού κόσμου ήταν μόνο πολιτιστική και όχι πολιτική, αλλά τελευταία άρχισε μια αναθεώρηση στηριγμένη στις χεττιτικές ενδείξεις, αλλά και στο γεγονός της εκπληκτικής ομοιομορφίας που εμφανίζει η Γραμμική Β΄ και η διάλεκτος που καταγράφεται σ’ αυτήν σε όλη την έκταση του μυκηναϊκού κόσμου: στην κλασική εποχή, όταν κάθε πόλη ήταν ανεξάρτητη, είχε τη δική της διάλεκτο και τη δική της παραλλαγή του ελληνικού αλφαβήτου. Αντίθετα η ομοιομορφία της γλωσσικής κατάστασης στα μυκηναϊκά ανάκτορα παραπέμπει σε ένα είδος πολιτικής ομοσπονδίας κατ’ ελάχιστον. Έτσι θα μπορούσε να εξηγηθεί και η περίεργη συνύπαρξη τριών ανακτορικών κέντρων το ένα κοντά στο άλλο στην Αργολίδα (Μυκήνες, Άργος, Τίρυνθα) που πάντοτε προβλημάτιζε τους ειδικούς: πιθανώς οι Μυκήνες ήταν η επικυρίαρχος, ενώ ίσως τα άλλα δύο ανάκτορα εξουσιάζονταν από συγγενείς του βασιλιά, μια κατάσταση συνηθισμένη και στο βασίλειο των Χετταίων, το οποίο δίνει συχνά την εντύπωση μιας ομοσπονδίας: η Χαττούσα κυβερνιόταν από τον ίδιο το βασιλιά, ενώ η Ταρχούντασσα και η Καρχεμίς από κλάδους της βασιλικής οικογένειας ως αντιβασιλείς. Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι ο μυκηναϊκός κόσμος ήταν ένας είδος ομοσπονδιακού συστήματος με επικεφαλής τον βασιλιά των Μυκηνών και τις άλλες πόλεις να έχουν μεγάλο βαθμό αυτονομίας, αλλά να εξουσιάζονται από μια αριστοκρατία που ήταν συγγενείς μεταξύ τους και με τον επικυρίαρχο βασιλιά των Μυκηνών. Ας σημειωθεί εδώ ότι στα μυκηναϊκά αρχεία ο βασιλικός τίτλος είναι wάναξ, από όπου προέρχεται η κλασική λέξη «ανάκτορο» (στη Γραμμική Β΄ ο φωνηεντισμός είναι διαφορετικός - wανάκτερος = αυτός που ανήκει στον άνακτα), ενώ ο βασιλιάς δηλώνει έναν κατώτερο τοπικό άρχοντα [=γwασιλεύς στη μυκηναϊκή - οι χειλοϋπερωικοί φθόγγοι (Kw, gw κ.τ.λ.), ζωντανοί ακόμη τη δεύτερη χιλιετία π.Χ., θα γίνουν χειλικοί ή οδοντικοί ανάλογα με το ακόλουθο φωνήεν -μπροστινό ή οπίσθιο- στην 1η χιλιετία - έτσι τέλος < kwelos, αλλά πόλος < Kwolos]. Μετά την καταστροφή των μυκηναϊκών ανακτόρων οι βασιλείς απαλλαγμένοι από τους άνακτες ανέβηκαν στην κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας, εξ ου και η καθιέρωση της λέξης μέχρι και σήμερα. Ο Όμηρος διαφυλάσσει τη μνήμη της ανώτερης θέσης του άνακτα σε σχέση με τους βασιλείς κρατώντας τη χρήση της λέξης άναξ κυρίως για τον Δία και (από τους ανθρώπους) τον Αγαμέμνονα, τον αρχηγό των Ελλήνων στην Τροία.
 
7) Ο Όμηρος αναφέρει ως έναν από τους σημαντικούς συμμάχους των Τρώων τους Λύκιους. Η χώρα των Lukka εμφανίζεται ήδη στις χεττιτικές πινακίδες στη νοτιοδυτική Μικρά Ασία. O Όμηρος διατηρεί επίσης ονόματα ελλαδικών τοπωνυμίων, τα οποία αγνοούσαν οι Έλληνες της κλασικής εποχής, αλλά βρέθηκαν στις μυκηναϊκές πινακίδες (λ.χ. Εύτρησις).
 
8) Οι Χετταίοι καταγράφουν διάφορες αψιμαχίες με τους Αχιγιάβα στην δυτική Μικρά Ασία σε ένα διάστημα δύο σχεδόν αιώνων. Οι Μυκηναίοι φαίνεται ότι είχαν καταστήσει δική τους την περιοχή της Μιλήτου (αποδεικνύεται και από τα αρχαιολογικά ευρήματα: μυκηναϊκή αρχιτεκτονική, κεραμική στην πόλη, θολωτοί τάφοι στη γύρω περιοχή), ενώ καταγράφονται συγκρούσεις και για την περιοχή της Wilusa. Μπορεί η ομηρική αφήγηση να είναι μια μεγεθυμένη ανάμνηση της σύγκρουσης για δεκαετίες μεταξύ Μυκηναίων και Χετταίων γι’ αυτή τη στρατηγική περιοχή. O Όμηρος και η μυθική παράδοση διατηρεί παραδόσεις ελληνικών εκστρατειών στην Τρωάδα και πριν από τον Τρωικό Πόλεμο (λ.χ. Ηρακλής).
 
9) Το όνομα Tawagalawas αναφέρεται ως το όνομα του αδελφού του βασιλιά της Αχιγιάβα. Το ελληνικό όνομα που υποκρύπτεται είναι το Ετεοκλής (Ετεwoκλέwες εκείνη την εποχή), ο οποίος στον ελληνικό μύθο είναι γόνος της βασιλικής οικογένειας των Θηβών. Εμφανίζεται επίσης ως όνομα ανθρώπου από την Αχιγιάβα το όνομα Atarisiyas, δηλαδή Ατρεύς, το όνομα του πατέρα του Αγαμέμνονα.
 
10) Ένα άλλο όνομα που χρησιμοποιούν για τον εαυτό τους οι Έλληνες στον Όμηρο είναι Δαναοί. Οι Danaja όντως εμφανίζονται στα αιγυπτιακά κείμενα ως λαός προερχόμενος από τον ελλαδικό χώρο.
 
11) Ο τύπος των ονομάτων των ομηρικών ηρώων (Αχιλλεύς, Οδυσσεύς κ.τ.λ.) διαφέρει από τον τύπο που προτιμούσαν οι Έλληνες της 1ης χιλιετίας (συνήθως σύνθετα, λ.χ. Ιπποκράτης, Θουκυδίδης κ.τ.λ.). Οι Έλληνες της ιστορικής εποχής πάρα πολύ σπάνια χρησιμοποιούν το ομηρικό ονοματολόγιο. Οι μυκηναϊκές πινακίδες φανερώνουν ότι χωρίς να λείπει ο τύπος των ελληνικών ονομάτων της 1ης χιλιετίας κυριαρχούν τα ονόματα ομηρικού τύπου, τα οποία μάλιστα στην μυκηναϊκή εποχή φέρουν ακόμη και βοσκοί ή εργάτες. Επομένως ο Όμηρος διατηρεί ορθή την ανάμνηση για τα ονόματα που προτιμούσαν οι πρόγονοί του την εποχή του Χαλκού.    
 
12) Ορισμένοι στίχοι του Ομήρου που στο παραδομένο κείμενο είναι μετρικά ανώμαλοι, αποκαθίστανται μετρικά μόνο αν αντικαταστήσουμε τους παραδομένους τύπους από τη μορφή που πρέπει να είχαν στη μυκηναϊκή εποχή. Οι συγκεκριμένοι στίχοι πρέπει να συντέθηκαν πολύ παλιότερα από τον Όμηρο και μέσω της προφορικής ποιητικής παράδοσης και τεχνικής των αοιδών να έφτασαν μέχρι τον ποιητή μας, αν και στο μεταξύ η γλώσσα είχε αλλάξει πολύ. Είναι πια κλασικό το παράδειγμα του ανώμαλου μετρικά στίχου Μηριόνης ἀτάλαντος Ἐνυαλίῳ ἀνδρειφόντῃ (=ανδροφόνος), που για να γίνει μετρικά ορθός πρέπει να γράψουμε την τελευταία λέξη ως ἀνr̥φόντῃ, με το συλλαβικό υγρό r̥ (αργότερα έγινε -αρ- ή -ρα- ή -ορ- ή -ρο- ανάλογα με τη διάλεκτο - π.χ. sttos γίνεται στρατός στην αττική, αλλά στροτός στην αιολική) και χωρίς το ευφωνικό -δ- που αναπτύχθηκε αργότερα στην ιστορία της Ελληνικής στη λέξη ἀνήρ (γενική ἀνδρός). Αυτή τη μορφή υποθέτουμε ότι είχαν τα Ελληνικά πριν ακόμη και από την εποχή των μυκηναϊκών πινακίδων (ο στίχος μπορεί να συντέθηκε ίσως τον 17ο ή 16ο αιώνα π.Χ., χίλια χρόνια σχεδόν πριν τον Όμηρο)!
 
Συμπεράσματα: Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν ακόμη. Ο Όμηρος είναι ίσως περισσότερο «ιστορικός» απ’ όσο παραδεχόμασταν ως τώρα. Ενδεχομένως διασώζει, στη μυθική κατά τα άλλα αφήγηση, περισσότερα κομμάτια ιστορικής μνήμης απ’ όσο νομίζαμε. Ο βαθμός διάσωσης αφήνεται στην κρίση του αναγνώστη.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου