Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2017

ΡΗΤΟΡΙΚΗ: ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ - Ὀλυνθιακὸς γ΄ (3) (21-32)

[21] Καὶ ταῦτ᾽ οὐχ ἵν᾽ ἀπέχθωμαί τισιν ὑμῶν, τὴν ἄλλως προῄρημαι λέγειν· οὐ γὰρ οὕτως ἄφρων οὐδ᾽ ἀτυχής εἰμ᾽ ἐγὼ ὥστ᾽ ἀπεχθάνεσθαι βούλεσθαι μηδὲν ὠφελεῖν νομίζων· ἀλλὰ δικαίου πολίτου κρίνω τὴν τῶν πραγμάτων σωτηρίαν ἀντὶ τῆς ἐν τῷ λέγειν χάριτος αἱρεῖσθαι. καὶ γὰρ τοὺς ἐπὶ τῶν προγόνων ἡμῶν λέγοντας ἀκούω, ὥσπερ ἴσως καὶ ὑμεῖς, οὓς ἐπαινοῦσι μὲν οἱ παριόντες ἅπαντες, μιμοῦνται δ᾽ οὐ πάνυ, τούτῳ τῷ ἔθει καὶ τῷ τρόπῳ τῆς πολιτείας χρῆσθαι, τὸν Ἀριστείδην ἐκεῖνον, τὸν Νικίαν, τὸν ὁμώνυμον ἐμαυτῷ, τὸν Περικλέα.

[22] ἐξ οὗ δ᾽ οἱ διερωτῶντες ὑμᾶς οὗτοι πεφήνασι ῥήτορες «τί βούλεσθε; τί γράψω; τί ὑμῖν χαρίσωμαι;» προπέποται τῆς παραυτίκα χάριτος τὰ τῆς πόλεως πράγματα, καὶ τοιαυτὶ συμβαίνει, καὶ τὰ μὲν τούτων πάντα καλῶς ἔχει, τὰ δ᾽ ὑμέτερ᾽ αἰσχρῶς.

[23] καίτοι σκέψασθ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἅ τις ἂν κεφάλαι᾽ εἰπεῖν ἔχοι τῶν τ᾽ ἐπὶ τῶν προγόνων ἔργων καὶ τῶν ἐφ᾽ ὑμῶν. ἔσται δὲ βραχὺς καὶ γνώριμος ὑμῖν ὁ λόγος· οὐ γὰρ ἀλλοτρίοις ὑμῖν χρωμένοις παραδείγμασιν, ἀλλ᾽ οἰκείοις, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, εὐδαίμοσιν ἔξεστι γενέσθαι.

[24] ἐκεῖνοι τοίνυν, οἷς οὐκ ἐχαρίζονθ᾽ οἱ λέγοντες οὐδ᾽ ἐφίλουν αὐτοὺς ὥσπερ ὑμᾶς οὗτοι νῦν, πέντε μὲν καὶ τετταράκοντ᾽ ἔτη τῶν Ἑλλήνων ἦρξαν ἑκόντων, πλείω δ᾽ ἢ μύρια τάλαντ᾽ εἰς τὴν ἀκρόπολιν ἀνήγαγον, ὑπήκουε δ᾽ ὁ ταύτην τὴν χώραν ἔχων αὐτοῖς βασιλεύς, ὥσπερ ἐστὶ προσῆκον βάρβαρον Ἕλλησι, πολλὰ δὲ καὶ καλὰ καὶ πεζῇ καὶ ναυμαχοῦντες ἔστησαν τρόπαι᾽ αὐτοὶ στρατευόμενοι, μόνοι δ᾽ ἀνθρώπων κρείττω τὴν ἐπὶ τοῖς ἔργοις δόξαν τῶν φθονούντων κατέλιπον.

[25] ἐπὶ μὲν δὴ τῶν Ἑλληνικῶν ἦσαν τοιοῦτοι· ἐν δὲ τοῖς κατὰ τὴν πόλιν αὐτὴν θεάσασθ᾽ ὁποῖοι, ἔν τε τοῖς κοινοῖς κἀν τοῖς ἰδίοις. δημοσίᾳ μὲν τοίνυν οἰκοδομήματα καὶ κάλλη τοιαῦτα καὶ τοσαῦτα κατεσκεύασαν ἡμῖν ἱερῶν καὶ τῶν ἐν τούτοις ἀναθημάτων, ὥστε μηδενὶ τῶν ἐπιγιγνομένων ὑπερβολὴν λελεῖφθαι· ἰδίᾳ δ᾽ οὕτω σώφρονες ἦσαν καὶ σφόδρ᾽ ἐν τῷ τῆς πολιτείας ἤθει μένοντες,

[26] ὥστε τὴν Ἀριστείδου καὶ τὴν Μιλτιάδου καὶ τῶν τότε λαμπρῶν οἰκίαν εἴ τις ἄρ᾽ οἶδεν ὑμῶν ὁποία ποτ᾽ ἐστίν, ὁρᾷ τῆς τοῦ γείτονος οὐδὲν σεμνοτέραν οὖσαν· οὐ γὰρ εἰς περιουσίαν ἐπράττετ᾽ αὐτοῖς τὰ τῆς πόλεως, ἀλλὰ τὸ κοινὸν αὔξειν ἕκαστος ᾤετο δεῖν. ἐκ δὲ τοῦ τὰ μὲν Ἑλληνικὰ πιστῶς, τὰ δὲ πρὸς τοὺς θεοὺς εὐσεβῶς, τὰ δ᾽ ἐν αὑτοῖς ἴσως διοικεῖν μεγάλην εἰκότως ἐκτήσαντ᾽ εὐδαιμονίαν.

[27] τότε μὲν δὴ τοῦτον τὸν τρόπον εἶχε τὰ πράγματ᾽ ἐκείνοις, χρωμένοις οἷς εἶπον προστάταις· νυνὶ δὲ πῶς ἡμῖν ὑπὸ τῶν χρηστῶν τούτων τὰ πράγματ᾽ ἔχει; ἆρά γ᾽ ὁμοίως ἢ παραπλησίως; οἷς — τὰ μὲν ἄλλα σιωπῶ, πόλλ᾽ ἂν ἔχων εἰπεῖν, ἀλλ᾽ ὅσης ἅπαντες ὁρᾶτ᾽ ἐρημίας ἐπειλημμένοι, [καὶ] Λακεδαιμονίων μὲν ἀπολωλότων, Θηβαίων δ᾽ ἀσχόλων ὄντων, τῶν δ᾽ ἄλλων οὐδενὸς ὄντος ἀξιόχρεω περὶ τῶν πρωτείων ἡμῖν ἀντιτάξασθαι, ἐξὸν δ᾽ ἡμῖν καὶ τὰ ἡμέτερ᾽ αὐτῶν ἀσφαλῶς ἔχειν καὶ τὰ τῶν ἄλλων δίκαια βραβεύειν,

[28] ἀπεστερήμεθα μὲν χώρας οἰκείας, πλείω δ᾽ ἢ χίλια καὶ πεντακόσια τάλαντ᾽ ἀνηλώκαμεν εἰς οὐδὲν δέον, οὓς δ᾽ ἐν τῷ πολέμῳ συμμάχους ἐκτησάμεθα, εἰρήνης οὔσης ἀπολωλέκασιν οὗτοι, ἐχθρὸν δ᾽ ἐφ᾽ ἡμᾶς αὐτοὺς τηλικοῦτον ἠσκήκαμεν. ἢ φρασάτω τις ἐμοὶ παρελθών, πόθεν ἄλλοθεν ἰσχυρὸς γέγονεν ἢ παρ᾽ ἡμῶν αὐτῶν Φίλιππος.

[29] ἀλλ᾽, ὦ τᾶν, εἰ ταῦτα φαύλως, τά γ᾽ ἐν αὐτῇ τῇ πόλει νῦν ἄμεινον ἔχει. καὶ τί ἂν εἰπεῖν τις ἔχοι; τὰς ἐπάλξεις ἃς κονιῶμεν, καὶ τὰς ὁδοὺς ἃς ἐπισκευάζομεν, καὶ κρήνας, καὶ λήρους; ἀποβλέψατε δὴ πρὸς τοὺς ταῦτα πολιτευομένους, ὧν οἱ μὲν ἐκ πτωχῶν πλούσιοι γεγόνασιν, οἱ δ᾽ ἐξ ἀδόξων ἔντιμοι, ἔνιοι δὲ τὰς ἰδίας οἰκίας τῶν δημοσίων οἰκοδομημάτων σεμνοτέρας εἰσὶ κατεσκευασμένοι, ὅσῳ δὲ τὰ τῆς πόλεως ἐλάττω γέγονεν, τοσούτῳ τὰ τούτων ηὔξηται.

[30] Τί δὴ τὸ πάντων αἴτιον τούτων, καὶ τί δή ποθ᾽ ἅπαντ᾽ εἶχε καλῶς τότε, καὶ νῦν οὐκ ὀρθῶς; ὅτι τότε μὲν πράττειν καὶ στρατεύεσθαι τολμῶν αὐτὸς ὁ δῆμος δεσπότης τῶν πολιτευομένων ἦν καὶ κύριος αὐτὸς ἁπάντων τῶν ἀγαθῶν, καὶ ἀγαπητὸν ἦν παρὰ τοῦ δήμου τῶν ἄλλων ἑκάστῳ καὶ τιμῆς καὶ ἀρχῆς καὶ ἀγαθοῦ τινος μεταλαβεῖν·

[31] νῦν δὲ τοὐναντίον κύριοι μὲν οἱ πολιτευόμενοι τῶν ἀγαθῶν, καὶ διὰ τούτων ἅπαντα πράττεται, ὑμεῖς δ᾽ ὁ δῆμος, ἐκνενευρισμένοι καὶ περιῃρημένοι χρήματα, συμμάχους, ἐν ὑπηρέτου καὶ προσθήκης μέρει γεγένησθε, ἀγαπῶντες ἐὰν μεταδιδῶσι θεωρικῶν ὑμῖν ἢ Βοηδρόμια πέμψωσιν οὗτοι, καὶ τὸ πάντων ἀνδρειότατον, τῶν ὑμετέρων αὐτῶν χάριν προσοφείλετε. οἱ δ᾽ ἐν αὐτῇ τῇ πόλει καθείρξαντες ὑμᾶς ἐπάγουσ᾽ ἐπὶ ταῦτα καὶ τιθασεύουσι χειροήθεις αὑτοῖς ποιοῦντες.

[32] ἔστι δ᾽ οὐδέποτ᾽, οἶμαι, μέγα καὶ νεανικὸν φρόνημα λαβεῖν μικρὰ καὶ φαῦλα πράττοντας· ὁποῖ᾽ ἄττα γὰρ ἂν τἀπιτηδεύματα τῶν ἀνθρώπων ᾖ, τοιοῦτον ἀνάγκη καὶ τὸ φρόνημ᾽ ἔχειν. ταῦτα μὰ τὴν Δήμητρ᾽ οὐκ ἂν θαυμάσαιμ᾽ εἰ μείζων εἰπόντι ἐμοὶ γένοιτο παρ᾽ ὑμῶν βλάβη τῶν πεποιηκότων αὐτὰ γενέσθαι· οὐδὲ γὰρ παρρησία περὶ πάντων ἀεὶ παρ᾽ ὑμῖν ἐστιν, ἀλλ᾽ ἔγωγ᾽ ὅτι καὶ νῦν γέγονεν θαυμάζω.

***
[21] Και αν προτίμησα να διατυπώσω αυτή τη διαφορετική άποψη, δεν το έκανα για να ενοχλήσω κάποιους από σας· γιατί δεν είμαι τόσο ανόητος ούτε τόσο αδικημένος από την τύχη ώστε να θέλω να γίνω μισητός, όταν πιστεύω ότι δεν προσφέρω κάποιαν ωφέλεια. Αλλά θεωρώ χρέος δίκαιου πολίτη να θέσει τη σωτηρία της πόλης πάνω από τη δημοτικότητα που θα αποκτήσει με την ομιλία του. Έχω ακουστά, όπως και εσείς ίσως, ότι επί των προγόνων μας οι πολιτικοί άνδρες, ο ξακουστός Αριστείδης, ο Νικίας, ο συνονόματός μου Δημοσθένης, ο Περικλής, που όλοι οι ρήτορες τους επαινούν, αλλά δεν τους μιμούνται και πολύ, είχαν αυτή την τακτική και αυτή την αρχή στην άσκηση της πολιτικής.

[22] Αφότου όμως εμφανίστηκαν οι ρήτορες που σας ρωτούν «τί επιθυμείτε; τί να εισηγηθώ; ποιά χάρη να σας κάνω;» από εκείνη τη στιγμή θυσιάστηκαν απερίσκεπτα τα συμφέροντα της πόλης με αντάλλαγμα μια πρόσκαιρη δημοτικότητα· γι᾽ αυτό συμβαίνουν τέτοια πράγματα· γι᾽ αυτό όλες οι υποθέσεις αυτών πηγαίνουν καλά, ενώ οι δικές σας είναι για ντροπή.

[23] Σκεφθείτε αλήθεια, Αθηναίοι, όσα θα μπορούσε να αναφέρει κανείς ως βασικά χαρακτηριστικά των κατορθωμάτων της εποχής των προγόνων σας και όσα επί των ημερών σας. Τα όσα θα πω θα είναι σύντομα και γνώριμα σε σας. Μπορείτε, Αθηναίοι, να γίνετε ευτυχισμένοι ακολουθώντας όχι ξένα αλλά δικά σας παραδείγματα.

[24] Εκείνοι λοιπόν, στους οποίους οι ρήτορες δεν χαρίζονταν ούτε και τους κολάκευαν, όπως εσάς σήμερα αυτοί, για σαράντα πέντε χρόνια άσκησαν την ηγεμονία των Ελλήνων με τη συγκατάθεση των ίδιων των Ελλήνων και συγκέντρωσαν πάνω στην Ακρόπολη περισσότερα από δέκα χιλιάδες τάλαντα· ο βασιλιάς της Μακεδονίας, που εξουσίαζε αυτή τη χώρα, ήταν υποταγμένος σ᾽ αυτούς, όπως ταιριάζει ένας βάρβαρος να είναι υποταγμένος στους Έλληνες· έστησαν πολλά και λαμπρά τρόπαια νίκης και στη στεριά και στη θάλασσα, γιατί εκστράτευαν οι ίδιοι, και είναι οι μόνοι από τους ανθρώπους που για τα κατορθώματά τους άφησαν δόξα που να μην την εγγίζει ο φθόνος.

[25] Τέτοιοι λοιπόν ήταν οι πρόγονοί μας μέσα στον ελληνικό κόσμο. Κοιτάξτε τώρα πώς συμπεριφέρονταν μέσα στην πόλη τόσο στη δημόσια όσο και στην ιδιωτική ζωή. Στον δημόσιο λοιπόν τομέα ανήγειραν για μας τέτοια και τόσα οικοδομήματα και περίλαμπρους ναούς, τέτοια αναθήματα έστησαν μέσα σ᾽ αυτούς, ώστε να μην έχει μείνει σε κανέναν από τους μεταγενέστερους δυνατότητα να τα ξεπεράσει. Στην ιδιωτική τους όμως ζωή ήταν τόσο απλοί και τόσο σταθεροί στο ήθος της δημοκρατίας,

[26] ώστε, αν κανείς από σας ξέρει ποιό ήταν το σπίτι του Αριστείδη, του Μιλτιάδη και των τότε επιφανών ανδρών, βλέπει ότι δεν ήταν καθόλου πολυτελέστερο από το σπίτι του γείτονά τους. Γιατί δεν πολιτεύονταν για να κάνουν περιουσία, αλλά ο καθένας τους πίστευε ότι έπρεπε να αυξήσει τα έσοδα του δημοσίου. Και επειδή διαχειρίστηκαν τα ελληνικά πράγματα με εντιμότητα, τα αφορώντα τους θεούς με ευσέβεια και τις μεταξύ τους σχέσεις με ισότητα, εύλογα απόκτησαν μεγάλη ευημερία.

[27] Τέτοια λοιπόν ήταν τα πολιτικά ήθη εκείνων, γιατί είχαν αρχηγούς αυτούς που ανέφερα· σήμερα όμως πώς έχουν για μας τα πράγματα υπό την διοίκηση των τωρινών «έντιμων» πολιτικών; Άραγε είναι όμοια ή παραπλήσια; Με τους σημερινούς πολιτικούς ... ας μην πω όμως άλλα, αν και θα είχα πολλά να πω. Βλέπετε όμως όλοι πόσο ανοιχτό πεδίο έχουμε εξασφαλίσει, αφού οι Λακεδαιμόνιοι έχουν καταστραφεί, οι Θηβαίοι είναι αλλού απασχολημένοι και δεν υπάρχει κανένας άλλος άξιος λόγου να μας ανταγωνιστεί για τα πρωτεία. Και ενώ μπορούσαμε και τα δικά μας να κατέχουμε με ασφάλεια και να αποφασίζουμε για τα δίκαια των άλλων,

[28] έχουμε στερηθεί και μέρος της δικής μας επικράτειας, έχουμε ξοδέψει άσκοπα πάνω από χίλια πεντακόσια τάλαντα και όσους συμμάχους αποχτήσαμε στον πόλεμο, τους έχουν αφανίσει αυτοί στην ειρήνη και έχουμε ασκήσει εναντίον μας έναν τόσο μεγάλο εχθρό. Αν δεν είναι έτσι, ας ανεβεί κάποιος στο βήμα και ας μου πει από πού αλλού, αν όχι από σας τους ίδιους, έχει γίνει ισχυρός ο Φίλιππος.

[29] Μα φίλε μου, θα έλεγε κάποιος, αν τα εξωτερικά ζητήματα πηγαίνουν άσχημα, τα εσωτερικά τουλάχιστον της πόλης είναι σήμερα καλύτερα. Τί θα μπορούσε να αναφέρει κανείς προς επιβεβαίωση; Μήπως τις επάλξεις που σοβαντίζουμε, τους δρόμους που επισκευάζουμε, τις βρύσες και τέτοιες φλυαρίες; Γυρίστε λοιπόν να δείτε τους πολιτικούς που ασχολούνται με αυτά· από αυτούς άλλοι από φτωχοί έχουν γίνει πλούσιοι, άλλοι από άσημοι σημαίνοντα πρόσωπα, μερικοί μάλιστα έχουν χτίσει ιδιωτικές κατοικίες πολυτελέστερες και από τα δημόσια κτίρια, και όσο έχει ελαττωθεί ο πλούτος της πόλης, τόσο ο δικός τους έχει αυξηθεί.

[30] Ποιά λοιπόν είναι η αιτία όλων αυτών; Γιατί άραγε άλλοτε πήγαιναν όλα καλά και τώρα πηγαίνουν όλα στραβά; Διότι τότε τολμώντας ο ίδιος ο λαός να εκστρατεύει είχε υπό τον πλήρη έλεγχο τους πολιτικούς άνδρες και σ᾽ αυτόν αποκλειστικά ανήκαν όλα τα αγαθά, ενώ ο κάθε πολιτικός γενικά ήταν ευχαριστημένος να παίρνει από το λαό μια τιμή, ένα αξίωμα ή να έχει κάποιαν άλλη αναγνώριση.

[31] Σήμερα, αντίθετα, κύριοι των αγαθών είναι οι πολιτικοί και μέσω αυτών γίνονται όλες οι ενέργειες, ενώ εσείς ο λαός, έχοντας χάσει τη δύναμή σας και απογυμνωμένοι από χρήματα και συμμάχους έχετε καταντήσει υπηρέτες, άνθρωποι της προσκολλήσεως, ευχαριστημένοι αν σας μοιράζουν αυτοί θεωρικά χρήματα ή διοργανώνουν πομπή Βοηδρομίων, και το πιο «αξιοπρεπές» από όλα, τους χρωστάτε από πάνω και χάρη για πράγματα που είναι δικά σας. Αυτοί όμως, αφού σας εγκλώβισαν στην ίδια σας την πόλη, σας σέρνουν σ᾽ αυτά τα θεάματα και σας τιθασεύουν κάνοντάς σας του χεριού τους.

[32] Ποτέ όμως κατά τη γνώμη μου δεν είναι δυνατόν να αποχτήσουν υψηλό και γενναίο φρόνημα άνθρωποι που καταγίνονται με μικροπρεπή και φαύλα πράγματα· γιατί όποιες είναι οι ασχολίες των ανθρώπων, τέτοιο αναπόφευκτα είναι και το φρόνημα που έχουν. Μα την Δήμητρα, δε θα με εξέπληττε, αν θα πάθαινα από σας μεγαλύτερη ζημιά, επειδή είπα αυτά, από ό,τι εκείνοι που έχουν συντελέσει ώστε να γίνουν αυτά. Γιατί εσείς δεν επιτρέπετε να μιλάει κανείς πάντοτε ελεύθερα για όλα τα θέματα· γι᾽ αυτό εγώ τουλάχιστον εκπλήσσομαι που τώρα έχει επιτραπεί σ᾽ εμένα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου