Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

Ο Κυνοκέφαλος Θεός

Θηριομορφισμός
Με τον όρο θηριομορφισμός ή ζωομορφισμός, εννοείται στο εννοιολογικό πλαίσιο της θρησκειολογίας η απεικόνιση θεών ως ζώων ή η απόδοση ζωικών χαρακτηριστικών στο σύνολο των ιδιοτήτων τους με χαρακτηριστικά παραδείγματα τον ζωομορφισμό της αρχαίας αιγυπτιακής ή της αρχαίας σκανδιναβικής θρησκείας. Σε ένα διαφορετικό πλαίσιο, αυτό της τέχνης, με τον όρο εννοούμε τη χρήση ζωικών παραστάσεων, προκειμένου ο καλλιτέχνης να αποδώσει τα επιθυμητά νοήματα ή κατά την εκτίμησή του τον καταλληλότερο διάκοσμο. Στο κοινωνικό και ψυχολογικό πλαίσιο ο θηριομορφισμός χρησιμοποιείται για την περιγραφή της ανθρώπινης συμπεριφοράς και αποτελεί σημαντικό τμήμα του αρχετυπικού ονειρικού συμβολισμού.

Ανθρωπομορφισμός
Γενικά με τον όρο ανθρωπομορφισμός νοείται η προσπάθεια του ανθρώπου να αποδώσει σε μη ανθρώπινα όντα, αντικείμενα, φυσικά ή υπερφυσικά φαινόμενα, ανθρώπινες ιδιότητες ή μορφή. Ο όρος χρησιμοποιείται επίσης στην τέχνη για να αποδώσει την τάση του καλλιτέχνη να μεταφέρει τα νοήματά του με ανθρώπινες μορφές.

Ανθρωπομορφισμός στην έννοια Θεός: Ο ανθρωπομορφισμός ήταν ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των Θεών στην αρχαία ελληνική θρησκεία και μυθολογία. Γενικότερο χαρακτηριστικό των ελληνικών Θεοτήτων είναι ακριβώς αυτός ο ανθρωπομορφισμός τους, η τάση δηλαδή να αποδίδονται στους Θεούς ανθρώπινα χαρακτηριστικά, τόσο αδυναμίες όσο και αρετές. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σε όλες τις αναπαραστάσεις των ελληνικών Θεοτήτων, αυτές εμφανίζονται με ανθρώπινη μορφή.

Ότι ισχύει για την αναπαράσταση της εξωτερικής εμφανίσεως των Θεοτήτων, ισχύει και για το χαρακτήρα τους. Οι Ολύμπιοι Θεοί αν κι έχουν κι αυτοί πολλές αδυναμίες αν κι αυτοί ζητούν μερικές φορές θυσίες, είναι πραγματικά σε πολύ μεγάλο βαθμό προσιτοί στους ανθρώπους, συχνά κατεβαίνουν ανάμεσα στους θνητούς για να τους βοηθήσουν ή να τιμωρήσουν ή και να συμμετάσχουν στις γιορτές τους. Οι μυθικοί ήρωες έχουν Θεούς που τους προστατεύουν αλλά όχι μόνο οι ήρωες ακόμα κι οι απλοί άνθρωποι έχουν «δικούς» τους Θεούς.

Κατά τον Καντ αιτία του ανθρωπομορφισμού είναι η αδυναμία του ανθρώπου να φαντασθεί λογικό Ον (δύναμη) χωρίς να έχει την εικόνα του ανθρώπου, την εικόνα και την ομοίωσή του. Έτσι όλες οι παλαιότερες θρησκείες αλλά και οι θεωρίες περί της Φύσεως ήταν περίπου ανθρωπόμορφες (Αιγύπτου, Περσίας κ.λπ) έως πλήρη ανθρωπόμορφες (Ελληνική μυθολογία). Αλλά ακόμη και σήμερα όλες οι Θρησκείες έχουν το στοιχείο του ανθρωπομορφισμού του “Θεού” είναι δηλαδή ανθρωπόμορφες. Τούτο το γεγονός ήταν που έκανε τον Γάλλο φιλόσοφο Μέγερσον να ομολογήσει ότι ο όρος αυτός είναι αναπόφευκτος γιατί διαφορετικά είναι αδύνατη η αντίληψη του “Θείου” αλλά και πολλά συμβαίνοντα στη φύση.

Σε πολλούς δε λαούς προηγμένους (από τη παρατήρηση) πνευματικά, όπως οι αρχαίοι Έλληνες, ο ανθρωπομορφισμός υπήρξε βολικότερος στις Θεϊκές παραστάσεις ή και σε αυτές τις εκ παρατηρήσεως παραστάσεις του, που τις αναβίβαζε σε Θεότητες. Αλλά και η Ιουδαϊκή θρησκεία και η Μουσουλμανική καίτοι απαγορεύουν την απεικόνιση του “Θείου” τουλάχιστον με ανθρωπομορφισμό τον εννοούν (να ομιλεί, να σκέπτεται και να αποφασίζει). Μάλιστα κατά τους πρώτους χρόνους του Χριστιανισμού δημιουργήθηκε και αίρεση των “Ανθρωπομορφισμών” που υποστήριζαν ότι αφού ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο κατ΄εικόνα και ομοίωση, άρα ο Θεός έχει μορφή ανθρώπου.

Από την αρχαιότητα όμως φαίνεται πως η φιλοσοφία πολέμησε τον όρο αυτόν, έστω και αν δεν κατάφερε τίποτα. Πρώτος που φέρεται να κατακρίνει τον ανθρωπομορφισμό ήταν ο Ξενοφάνης ο Ελεάτης ο οποίος υποστήριζε «εν τάχει» ότι: όπως ο άνθρωπος έτσι και τα ζώα βόες και ελέφαντες θα πιστεύουν τους δικούς τους θεούς ως βόες και ελέφαντες! Μετά τον Ξενοφάνη πολλοί αρχαίοι φιλόσοφοι καταδίκασαν τον ανθρωπομορφισμό τους οποίους ακολούθησαν αργότερα και απολογητές πατέρες της χριστιανικής εκκλησίας αλλά και άλλων δογμάτων για να φθάσουν να καταφέρονται για τα πρόσωπα της Ελληνικής Μυθολογίας αποκαλώντας τελικά και γενικά όλως αυθαίρετα, τους Έλληνες, «ειδωλολάτρες».

Στην λογοτεχνία: Στη λογοτεχνία κλασσικό παράδειγμα ανθρωπομορφισμού είναι η μορφή των ζώων στους μύθους του Αισώπου αλλά και στην μετέπειτα κλασσική παγκόσμια λογοτεχνία. Όλες ανεξαίρετα οι τέχνες άντλησαν τα θέματά τους από τον ανθρωπομορφισμό, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα παιδικά “μίκυ μάους” τα οποία αποτέλεσαν τους πρόδρομους των σημερινών φανταστικών ηρώων των ηλεκτρονικών παιγνιδιών.

Η μεταμόρφωση των Θεών είναι πολύ συνηθισμένο θέμα στην επική ποίηση και στον Όμηρο. Δύο είναι οι λόγοι που οδηγούν τους ποιητές σε τέτοιου είδους ευρήματα. Ο πρώτος είναι ότι, κατά την αντίληψη που γενικά επικρατούσε, οι Θεοί δεν μπορούν να εμφανιστούν στους θνητούς με την πραγματική τους μορφή και με όλη τους τη λαμπρότητα. Ο άλλος λόγος είναι ότι έτσι (με την ανθρωπόμορφη δηλ. εμφάνισή τους) οι Θεοί καθοδηγούν τους ανθρώπους, αλλά δεν τους στερούν την ελευθερία δράσης τους και δεν τους απαλλάσσουν από την ευθύνη για τις πράξεις τους.

Χαρακτηριστικός της αντίληψης ότι οι Θεοί δεν μπορούσαν να εμφανιστούν στους θνητούς με την πραγματική τους μορφή είναι ο μύθος για τον Δία και τη Σεμέλη. Η Σεμέλη ήταν κόρη του Κάδμου, ιδρυτή και βασιλιά των Θηβών. Μαζί της ο πατέρας των Θεών έκανε τον Διόνυσο. Σύμφωνα με μια παράδοση, ο Δίας έσμιξε με τη Σεμέλη στο βουνό Σίπυλο, παίρνοντας τη μορφή ενός θνητού άντρα. Σύμφωνα όμως με άλλες παραδόσεις, δεν ήρθε σε σαρκική επαφή μαζί της, αλλά της έδωσε να πιει ένα ποτό, το οποίο την άφησε έγκυο. Θέλοντας να εμποδίσει τον τοκετό, η Ήρα πήρε τη μορφή της μαμής της Σεμέλης κι έπεισε την έγκυο να ζητήσει απ’ τον Δία να της εμφανιστεί με την πραγματική του μορφή, για να νιώσει κι αυτή το αληθινό αγκάλιασμα ενός Θεού.

Η Σεμέλη άκουσε την Ήρα και, όταν ήρθε κοντά της ο Δίας, του ζήτησε να της πραγματοποιήσει μια επιθυμία. Εκείνος δέχτηκε. Η Σεμέλη τον παρακάλεσε τότε να πάρει την πραγματική του μορφή και να την αγκαλιάσει με τον τρόπο που αγκαλιάζει και την Ήρα. Ο Δίας ανταποκρίθηκε στην παράκλησή της και πήρε τη μορφή της αστραπής. Μόλις τον είδε η Σεμέλη, κατάλαβε το λάθος της και προσπάθησε να γλιτώσει. Ήταν όμως πολύ αργά για ν’ αποφύγει το θανάσιμο Θεϊκό αγκάλιασμα. Χτυπημένη από την αστραπή, πέθανε. Ο Δίας έβγαλε από το νεκρό σώμα της τον Διόνυσο και τον έκρυψε στον μηρό του.

Γι’ αυτό, λοιπόν, οι Θεοί μεταμορφώνονται, όταν πρόκειται να έρθουν σε επαφή με τους θνητούς. Παίρνουν μορφές οικείες στους ανθρώπους, γιατί οι αληθινές τους μορφές είναι εξαιρετικά επικίνδυνες. Συνήθως εμφανίζονται με ανθρώπινη μορφή (όπως η Αθηνά στον Τηλέμαχο), αλλά στην ελληνική μυθολογία δεν είναι λίγες και οι φορές που δανείζονται μορφές από το ζωικό βασίλειο. Ο Δίας, για παράδειγμα, εμφανίστηκε στη Λήδα (γυναίκα του βασιλιά της Σπάρτης Τυνδάρεω) με τη μορφή κύκνου και στην Ευρώπη (κόρη ή αδερφή του βασιλιά Φοίνικα) με τη μορφή ταύρου.

Στον Όμηρο, πάντως, με εξαίρεση τον Πρωτέα, οι Θεοί δεν παίρνουν συχνά μορφές ζώων. Και όταν το κάνουν, οι μεταμορφώσεις τους περιορίζονται στη μορφή των πουλιών. Ίσως ο ποιητής επιλέγει να δώσει αυτήν τη μορφή στους Θεούς για να δηλώσει την ταχύτητα με την οποία αυτοί κινούνται. Εξάλλου, το πουλί είναι ένα ζώο πολύ οικείο στον άνθρωπο, γεγονός που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τον Όμηρο, ο οποίος προτιμά να δίνει στους Θεούς εντελώς ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Στις μεταμορφώσεις τους, οι Θεοί παίρνουν, λοιπόν, τη μορφή ενός ανθρώπου που είναι οικείος στον θνητό στον οποίο πρόκειται να εμφανιστούν.

«Όλα στον Όμηρο βρίσκονται πολύ κοντά στην ανθρώπινη εμπειρία. Και τι πιο φυσικό για τους Θεούς να διαλέξουν, ανάλογα με την περίπτωση, τη μορφή εκείνη που θα ξεγελάσει πειστικότερα τους ανθρώπους και θα τους εμπνεύσει έτσι εμπιστοσύνη; Οι Θεοί κατευθύνουν το παιχνίδι. Αλλά το κατευθύνουν στο επίπεδο των ανθρώπων. Τόσο καλά, ώστε στη σκέψη τους να πλανάται πολύ συχνά η αμφιβολία: είναι θεός, είναι άνθρωπος; Το Θείο εκδηλώνεται καθημερινά. Σε αυτό να προσθέσουμε ότι δεν περιγράφεται ποτέ η ίδια η μεταμόρφωση: το θαυμαστό γίνεται αισθητό από τις συνέπειές του και όχι από αυτό το ίδιο» (Jacqueline de Romilly).

Αναφέρει ο Καλόπουλος: “Όσον αφορά την ομοιομορφία Θεών και ανθρώπων (ανθρω­πο­μορφισμό Θεών), δηλ. το «κατ’ εικόνα ημών και ομοίωσιν» Γέν.1.26, οι Έλλη­νες έπ’ αυτού πραγματικά κυριολεκτούσαν. Οι πανέμορφοι ανθρω­πόμορφοι Θεοί των Ελλήνων, έναντι των υπόλοιπων τερατό­μορ­φων θεών, έδιναν ανέκαθεν ‘ουσία’ στην παρα­πάνω δήλωση. Απ’ την άλλη μεριά πάλι, πολλοί αρέσκονται να κατηγορούν τον ελληνικό ανθρω­πομορφισμό, σαν ένα απόλυτα μεμπτό κι ‘ανώριμο’ θρη­σκευτικό στοιχείο. Ομως, όταν ο γιος της παλαιοδιαθηκικής θεό­τητας, ο Λόγος ή Χριστός, ενανθρωπίστηκε, δεν ήταν ένας απόλυτα ανθρω­­πόμορ­φος θεός; Πού είναι λοιπόν η οποιαδήποτε διαφορά;

Μήπως όμως, για να συνεχίσουμε τις επισημάνσεις παράλληλων θέσεων, στα εναπομείναντα ελληνικά συγγράμματα, δεν μπο­ρεί να βρεθεί τίποτε σχετικό με τις διάσημες λεπτομέρειες της περιβόητης πτώ­σης στην αμαρτία, εξαιτίας της βρώσεως του απαγορευμένου “καρπού”; Κάθε άλλο. Να τι λέει ο Ησίοδος στο Έργα και Ημέρες: «Πριν (οι άνθρωποι) ζούσαν ολότελα χωρίς τον βαρύ μόχθο και τις μαρτυρικές αρρώστιες, που έδωσαν τις φρο­ντί­δες στους ανθρώπους. Σαν Θεοί ζούσαν έχοντας ανέγνοιαστη ψυχή, ολότελα χωρίς κόπους και πόνο, κι ούτε τα φοβερά γεράματα ήταν πάνω τους και πάντα οι ίδιοι στα πόδια και στα χέρια χαίρονταν και καρπόν έφερνε η ζωοδότρα γη μόνη της πολύν και άφθονον. Αλλά η γυναίκα, (η Πανδώρα) με τα χέρια της, το μεγάλο κούπωμα του πιθαριού βγάζοντας, τα (δεινά) σκόρ­πισε κι έφερε στους ανθρώπους πικρά βάσανα. Μόνο ή ελπίδα στον άσπαστο οίκο της έμεινε (έτσι) αμέτρητα πια βάσανα ανάμεσα στους ανθρώπους πλα­νώνται και είναι η γη και η θάλασσα κακά γεμάτη, και στους ανθρώπους οι αρρώστιες, άλλες την ημέρα κι άλλες τη νύχτα, μόνες τους έρχονται, φέρνοντας κακά στους θνητούς σιωπηλές.»! Hesiodus Epic.«Opera et dies» 90.

Ή μήπως διαφέρει νοηματικά η παραπάνω περιγραφή απ’ το πνεύμα της βιβλικής θεϊκής κατάρας; «Κατηραμένη να είναι η γη εξ αιτίας σου, με λύπας θέλεις τρώγει τους καρπούς αυτής… και εν τω ιδρώτι του προσώπου σου θέλεις τρώγει τον άρτον σου, εωσού επιστρέψης εις την γην, εκ της οποία ελήφθης»! Γέν.3.17-19.

Ίσως όμως απ’ τα ελληνικά αρχεία, να λείπουν άλλες διάσημες βιβλικές λεπτομέρειες, που μυθολογώντας προσπάθησαν να συγκρατήσουν τις ανθρώπινες περιπέτειες, γιατί μόνο στους βιβλικούς συγγραφείς εκμυστη­ρεύτηκαν τα όσα συνέβησαν οι ‘αυτόπτες’ μάρτυρες του πειρασμού, κάτω απ’ το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού, με τον όφη τον καταραμένο να παίζει τον προδοτικό του ρόλο; Όχι, κάθε άλλο. Μια ολόκληρη σειρά απαγορευμένων ‘καρπών’ έχει να επιδείξει η ελληνική μυθολογία, που η παραβίαση και η βρώση τους έφερνε τιμωρία ή θάνατο. Ήταν δε τόση η διάδοση των ιδιό­μορ­φων αυτών Θεϊκών απαγορεύσεων, που και ο μεγάλος Όμηρος συμπε­ριέλαβε στην Οδύσσεια, μια παρόμοια όμορφη ιστορία με τις αγε­λά­δες του Ήλιου. Πανάρχαια προομηρική προφανώς ιστορία, την οποία ο έξοχος Όμηρος συνταίριαξε στο υπέροχο έπος της Οδύσ­σειας.”

Το θέμα ανθρωπομορφισμού, της εξουσίας και της αλλοτρίωσης του ανθρώπινου ζώου θίγει κι ο Νέαρχος Γεωργιάδης στο διήγημά του “Ο Κυνοκέφαλος” χρησιμοποιώντας με ευρηματικό τρόπο τον ανθρωπομορφισμό.

Ο Κυνοκέφαλος
Τι ήτανε; Μια σύναξη πιστών στο προαύλιο ενός ναού για να λατρέψουνε τον Θεό τους ή μια ομάδα υπαλλήλων έξω από το Διευθυντήριο για να υποβάλουν τα σέβη στον Προϊστάμενό τους; Δε μπορεί κανείς να πει με σιγουριά. Το μόνο βέβαιο είναι πως ο καθένας χωριστά κι όλοι μαζί αντάμα, γυναίκες και άντρες, πλέκαν εγκώμια και ύμνους που σε πολύ λίγους Θεούς ταιριάζουνε και σε θνητόν κανένα.

– Σπουδαίος που είναι ο Κύριος και Θεός μας! Δοξασμένο το όνομά του και θαυμαστά τα έργα του.
– Είναι παντοδύναμος. Εξουσιάζει την ευτυχία και τη δυστυχία μας κι εμάς και των παιδιών μας. Ότι ζητά ας το εκπληρώνουμε κι ας του ψάλλουμε ύμνους υποταγής.
– Μας κοιτάζει από ψηλά κι ότι κάνουμε το γνωρίζει. Δεν τον εμποδίζουν τοίχοι και κλειστές πόρτες.
– Είναι πανταχού παρών. Ό,τι πούμε αμέσως το μαθαίνει, για να τιμωρεί τους υβριστές και να αμοίβει τους υμνητές του.
– Του τα ψιθυρίζουν όλα οι αγγέλοι του στ’ αυτί. Γιαυτό τον ονομάζουμε Παντογνώστη κι αδιάκοπα ευλογούμε το όνομά του.
– Ανάλογα με τα έργα μας, δίκαια μοιράζει τιμωρίες και αμοιβές.
– Κάνουμε το θέλημά του; – Μας εξυψώνει.
-Τον αντιστρατευόμαστε; – Μας ρίχνει κάτω και μας τσαλαπατά.
-Γιαυτό, είτε έτσι είτε αλλοιώς, αναγνωρίζουμε πως είναι σωστός και δίκαιος.
– Κι αν καμμιά φορά μας συντρίβει χωρίς να ξέρουμε ακριβώς το γιατί -σίγουρα κάπου θα σφάλαμε κι ας μην το έχομε συνειδητοποιήσει.
– Όμως ο Παντοδύναμος το γνωρίζει καλύτερα από μας, το αμάρτημά μας.
– Κι αν ακόμα χωρίς αιτία μας ταπεινώσει το κάνει για να δοκιμάσει τη μακροθυμία και την πίστη μας σ’ Αυτόν.
– Αν αγόγγυστα υπομείνουμε, σίγουρα ο δίκαιος αυτός κριτής (μπορεί σε δέκα, μπορεί σε είκοσι χρόνια) θα μας υψώσει ξανά στην ίδια και πολύ καλύτερη, ακόμα, θέση.
– Στα μάτια το πρόσωπο και το κεφάλι, αχτινοβολεί η μεγαλωσύνη του και δεν τολμάς να τον κοιτάξεις καταπρόσωπο, γιατί κινδυνεύεις να τυφλωθείς.
– Τόσο πολύ αστράφτει σαν ήλιος. Και μερικοί που αποτολμούν να τον αντικρύσουν, λένε πως στην κάθε ρυτίδα του προσώπου του, είναι αποτυπωμένη σοφία αιώνων σε μια μυστηριώδη σημειογραφία. Ευτυχισμένος όποιος την αποκρυπτογραφήσει.
– Κι αν πεις για τη φωνή του, βροντερή σαν χίλια ορμητικά ποτάμια μαζί κι αρμονική σαν ουράνια μελωδία, μας υπαγορεύει τις καινούργιες του επιθυμίες, που άμποτε να εκπληρώνονται πάντα ως την τελευταία τους κεραία.

Ανάμεσα στην ομάδα, ήταν κι ένας νέος μη μυημένος ακόμη στα τόσα και τόσα που κατέχαν και λαλούσαν οι άλλοι· ή μάλλον για ν’ ακριβολογούμε περισσότερο, σήμερα θα αντίκρυζε τον Κύριο για πρώτη φορά. Φύλαγε λοιπόν όλα τα αποθέματα του τεράστιου θαυμασμού του που ξεπήγαζε από τα όσα άκουγε, για να τα καταθέσει σαν θυμίαμα στον βωμό του Ενσαρκωμένου Θεού, με πρώτη ευκαιρία.

Όταν επιτέλους η μορφή του Κυρίου βγήκε από τα άδυτα των αδύτων της και κάθησε στον θρόνο, νεκρική επικράτησε σιγή, που διακοπτόταν μόνο από συριστικούς ήχους θαυμασμού και θαυμαστικά επιφωνήματα.

– Σίγουρα ο δικός μας, είναι ο ανώτερος Θεός της περιοχής κι ένας από τους σπουδαιότερους στον κόσμο! Ψιθύρισε κάποιος.
– Δοξασμένη η κάθε λέξη της ομιλίας του, που υλοποιεί ηχητικά τις αιώνιες και άφθαρτες αλήθειες. Ψιθύρισε δεύτερος.
– Ευτυχισμένοι εμείς που ζούμε κάτω από την εξουσία του και τον υπηρετούμε.

Ο Νέος ο μη μυημένος, στη βιάση του να μυηθεί μιαν ώρα αρχίτερα κι όσο καλύτερα μπορούσε, μισοσήκωσε λίγο το κεφάλι και λοξοκοίταξε το πρόσωπο του Θεού. Αυτό που είδε ήταν κάτι το αναπάντεχο, κάτι που τον έκανε ν’ αρχίσει ν’ αμφιβάλλει για την αξία της μαρτυρίας των αισθητηρίων οργάνων της όρασης του.

– Χαμήλωσε το κεφάλι σου, του σφυρίξανε επιτακτικά οι διπλανοί του.

Αναγκάστηκε να κατεβάσει το ασεβές βλέμμα του στο δάπεδο. Όμως τέντωσε τώρα την ακοή και περίμενε ν’ ακούσει τους πρώτους ήχους που θα βγαίναν απ’ το θείο εκείνο στόμα. Ο “Θεός”, πήρε ανάσα και άρχισε να μιλάει … Έ τώρα πια, ο Νέος βεβαιώθηκε πέρα από κάθε αμφιβολία. Οι ήχοι που βγαίναν από κείνο το λαρύγγι δεν είχανε τίποτα το θεϊκό ή τουλάχιστον το ανθρώπινο. Δεν ήταν τίποτ’ άλλο, παρά γαυγίσματα. Τα γαυγίσματα ενός σκυλιού!

– Μα αυτός έχει κεφάλι σκύλου, αποτόλμησε να ψελλίσει κοιτάζοντας καταπρόσωπο την πελώρια πτυχωτή και τριχωτή μουσούδα, με τη σφυριχτή ασθματική αναπνοή, τα σάλια που τρέχαν απ’ την κρεμασμένη γλώσσα, τα τσιμπλιάρικα μάτια, τους μυτερούς κυνόδοντες, τα μεγάλα πέτσινα αυτιά.
Οι συνάδελφοί του, άντρες και γυναίκες, γυρίσανε και κοιτάξανε τον βέβηλο με ύφος εσχάτης αποστροφής, απέχθειας και περιφρόνησης. Σαν από κάποιο σύνθημα λες κι ήταν μολυσμένος από καμμιά επικίνδυνη και μεταδοτική αρρώστεια, όλοι τραβήχτηκαν από κοντά του σε απόσταση τουλάχιστον δυο μέτρων. Κι ένας κύκλος από κενό δημιουργήθηκε γύρω του: Ο κύκλος της απομόνωσης.

Την ίδια κιόλας μέρα, ο Κύριος κάλεσε τον ιερόσυλο στο Διευθυντήριο και τον παρακάλεσε να κλείσει πίσω του την πόρτα. Η γραμματεύς όσο κι αν έστησε το εξ επαγγέλματος εξασκημένο αυτί της, δεν μπόρεσε ν’ ακούσει παρά μόνον άγρια γαυγίσματα, ήχους από καρέκλες κι άλλα έπιπλα που αναποδογυρίζονταν με πάταγο και τζάμια που σπάγανε με ορμή. Κραυγές πόνου και βογγητά.
Τελικά, ο Νέος ο μη μυημένος, βγήκε έξω: Το πουκάμισο και το πανταλόνι του καταξεσχισμένα. Ένα κομμάτι κρέας από τον μηρό του έλειπε. Νυχιές και δοντιές αφήσανε τα ίχνη τους στο υπόλοιπο σώμα και το πρόσωπο. Δεν έγινε, δυστυχώς, γνωστό το τι ειπώθηκε και τι διαδραματίστηκε μέσα στο άδυτο, γιατί δεν κρατήθηκαν πρακτικά. Όμως από κείνη τη μέρα (κι αφού γύρισε από την αναρρωτική του άδεια) ο πρώην αμύητος άρχισε να μυήται με ένα ζήλο πραγματικά αξιοθαύμαστο. Και σε λίγους μήνες η όραση και η ακοή του τόσο πολύ διορθώθηκαν και λυτρώθηκαν από τις παραισθήσεις, ώστε έφθασε στο σημείο όχι να συμφωνεί, απλώς, με τους άλλους, αλλά και να υπερθεματίζει σε ύμνους και εγκώμια για τον Θεό τους. Μάλιστα σε αγώνες γονυκλισίας και κάμψης της σπονδυλικής στήλης, ο Νέος ο μυημένος τώρα πια, έσπασε το κάθε προηγούμενο ρεκόρ. Και σε διαγωνισμό “Ψαλμού Υποταγής” πήρε το πρώτο χρηματικό βραβείο, συνοδευόμενο κι από τιμητικό χρυσογραμμένο δίπλωμα.

Τώρα πια η κεφαλή του Θεού του δεν του φαινόταν διόλου αποκρουστική. Αντίθετα, τον θαύμαζε. Κι έβαλε σκοπό και προορισμό της ζωής του να εξομοιωθεί μαζί του. Και με τα χρόνια με μια σειρά από σταδιακές μεταμορφώσεις, δοκιμές μπροστά στον καθρέφτη και κοπιαστικές προσαρμογές, το κατάφερε απόλυτα. Έγινε εικόνα και ομοίωση του Κυρίου. Έγινε ο κορυφαίος του λατρευτικού χορού.

Πολύ τα εχτίμησε όλ’ αυτά ο Κύριος κι όταν ήρθε ο καιρός που έπρεπε Εκείνος, ο Παλαιός Θεός, να αποχωρήσει και να αναπαυθεί για πάντα, μεγαλόψυχα παραχώρησε τη θέση του σ’ αυτόν τον Νέο, που αγωνίστηκε σκληρά κι αδιάκοπα όσο κανένας άλλος, να του μοιάσει.

Κι όλα τα μέλη της ομάδας των πιστών, άντρες και γυναίκες, αναγνώρισαν και διακήρυξαν πως ο “Νέος Θεός” ήταν αντάξιος και παράξιος του παλαιού. Κι ο Νέος Θεός με τα σύμβολα της εξουσίας και την ακολουθία του (ευνούχους και παλλακίδες, γραμματείς και ποιητές, ψαλμωδούς και προσωπογράφους, κόλακες, αυλικούς και υπηρέτες, σωματοφύλακες και γελωτοποιούς και πλήθος άλλων πιστών), αποθανατίστηκε απ’ τον ευνοούμενό του ζωγράφο σε μια θαυμαστή τοιχογραφία, με ωραία σχήματα και πλουσιότατους χρωματισμούς.

Κι όσον αφορά την εμφάνισή και τις βασικές ιδιότητες αυτού του “Θεού” και τις λατρευτικές συνήθειες των πιστών του, όλα αυτά παραμείνανε σχεδόν ανάλλαγα για αρκετές δεκαετίες ενός ταχύρυθμου σε αλλαγές αιώνα, που καθεμιά του δεκαετία, ισοδυναμούσε με αιώνες του παρελθόντος. Επί Αποικιοκρατίας, επί Δημοκρατίας, επί Δικτατορίας, επί ξένης Κατοχής… Μόνον όσον αφορά τις λατρευτικές συνήθειες, πρέπει οπωσδήποτε να σημειωθεί ότι από καιρό σε καιρό παρατηριόταν μια έξαρση σε τελετές ανθρωποθυσίας.

Τέλος αν θέλετε και τη δική μου προσωπική μαρτυρία για τον “Νέο Θεό”, εκείνην ενός απλού υπηρέτη, αρκεί να σας πω ότι μια μέρα που τον συνάντησα τυχαία σε κάποιον δαιδαλώδη διάδρομο, γαύγισε τόσο πολύ άγρια, ώστε παρ’ όλη την ευσέβεια και τον θαυμασμό που του είχα, αναγκάστηκα να πηδήξω να κρυφτώ πίσω απ’ την πρώτη πόρτα που βρέθηκε κοντά μου και να την κλείσω ερμητικά με φόρα. Κι από κείνη την ώρα, για καλό και για κακό κουβαλάω πάντα μαζί μου μια σύριγγα και μερικά φιαλίδια αντιλυσσικού ορρού, ώσπου να φτάσει με το πέρασμα των εποχών, το τέλος της κυνοκέφαλης δυναστείας

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου