Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2014

Η γλώσσα του σώματος

Untitled-65

Η γλώσσα του σώματος παραμένει ένας γρίφος για δυνατούς λύτες. «Με κοίταξε στραβά», «Το κατάλαβα από τη φωνή του», «Μου γύρισε την πλάτη»… Το πρόσωπο και το σώμα μας στέλνουν διαρκώς μηνύματα που γεννούν πολύ περισσότερα συναισθήματα και αντιδράσεις από ό,τι τα λόγια. Οι πολιτικοί τη γνωρίζουν πολύ καλά – και όσοι δεν την κατέχουν φροντίζουν να αριστεύσουν σε αυτή με τη βοήθεια των επικοινωνιολόγων τους. Όσοι ασχολούνται με το μάρκετινγκ προσπαθούν να την κάνουν δεύτερη φύση.
Οι εκπαιδευτικοί καλούνται να τη χρησιμοποιήσουν για να διευκολύνουν την επικοινωνία με τους μαθητές τους. Οι ηθοποιοί κρίνονται σε μεγάλο βαθμό γι’ αυτήν τους την ικανότητα όταν περνούν μια οντισιόν και οι χορευτές μιλούν συνεχώς με αυτήν. Όλοι μας τη χρησιμοποιούμε καθημερινά, συνήθως χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε. Πρόκειται για τη γλώσσα του σώματος (τις εκφράσεις του προσώπου, το βλέμμα, τον τόνο της φωνής, τις κινήσεις των χεριών, τη στάση του σώματος, το άγγιγμα), που όπως μας πληροφορούν οι ειδικοί έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία στην επικοινωνία από αυτήν που οι περισσότεροι της αποδίδουμε.

Οι πρώτες εντυπώσεις: Η δύναμη της χειραψίας, η ζεστασιά του βλέμματος, το χαμόγελο, η κλίση του κεφαλιού και του σώματος, η διάρκεια ενός αγγίγματος έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα από τα ίδια τα λόγια, ιδιαίτερα όσον αφορά τη δημιουργία των πρώτων εντυπώσεων σε μια σχέση (φιλική, επαγγελματική κ.τ.λ.), και συχνά καθορίζουν την εξέλιξή της. Η μη λεκτική επικοινωνία κερδίζει τις πρώτες εντυπώσεις, «σπάει» τον πάγο ή σηκώνει τείχη αδιαφορίας με τον συνομιλητή μας, προκαλεί οικειότητα και ζεστασιά, γοητεύει, ερωτοτροπεί, δημιουργεί προσμονή, αποδοχή ή προκαλεί θυμό και εκτοξεύει σιωπηλές απειλές. Μάλιστα, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι όταν όσα ακούμε δεν συμφωνούν με τα σιωπηρά σήματα που μας στέλνει ο συνομιλητής μας, τότε έχουμε την τάση να βασιζόμαστε κατά κύριο λόγο στα δεύτερα για να ερμηνεύσουμε τις προθέσεις του, ακόμη και για να τον χαρακτηρίσουμε συμπαθητικό ή αντιπαθητικό.

Τα παιδιά τη μιλούν άπταιστα: Το πρόσωπο και το σώμα των παιδιών καθρεφτίζουν τα συναισθήματά τους, δεδομένου ότι δεν έχουν μάθει ακόμη πώς να τα κρύβουν. Τα παιδιά αποτελούν «ανοιχτά βιβλία» που προσφέρουν απλόχερα τα «κλειδιά» και τα «αντικλείδια» της ανθρώπινης μη λεκτικής επικοινωνίας. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα παιδιά που λένε ψέματα και συνήθως καλύπτουν αυθόρμητα το στόμα -που ξεστόμισε το ψέμα- με το χέρι. Στους ενηλίκους, που έχουν μάθει να ελέγχουν καλύτερα τις αντιδράσεις τους, αυτή η κίνηση θεωρείται ότι έχει «εξελιχθεί» σε ένα στιγμιαίο άγγιγμα ή ξύσιμο του πιγουνιού ή της μύτης.

Χωρίς λόγια: Όσο κι αν αυτό μας κάνει εντύπωση, οι ειδικοί εξηγούν ότι η ομιλία καταλαμβάνει το μικρότερο μέρος της ανθρώπινης επικοινωνίας. Τη μεγαλύτερη βαρύτητα έχει η επικοινωνία «χωρίς λόγια». Η εντύπωση που μας προκαλεί ένα μήνυμα εξαρτάται μόλις κατά 7% από τις λέξεις που περιέχει, σύμφωνα με τον διακεκριμένο καθηγητή Ψυχολογίας Albert Mehrabian. To υπόλοιπο μήνυμα «περνάει» κατά 38% φωνητικά, δηλαδή μέσα από τον τόνο και τις διακυμάνσεις της φωνής, και κατά 55% μη λεκτικά, δηλαδή μέσα από τη γλώσσα του σώματος.

Η διαπίστωση του διακεκριμένου ψυχολόγου είναι γνωστή και ως ο κανόνας «7% – 38% – 55%». Η επικοινωνία με τη γλώσσα του σώματος συνήθως γίνεται ασυνείδητα. Οι περισσότεροι εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι η κυριότερη μορφή επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων είναι η ομιλία. Η αλήθεια όμως είναι ότι όσα δεν λέμε είναι και τα πιο σημαντικά. Μάλιστα, οι περισσότεροι τείνουμε να ερμηνεύουμε τα μη λεκτικά σήματα διαισθητικά και εμπειρικά, έχοντας μάλιστα υπερβολικά μεγάλη σιγουριά για την ικανότητα «αποκωδικοποίησής» μας, γι’ αυτό και συχνά κάνουμε λάθη, με αποτέλεσμα να γεννιούνται παρεξηγήσεις στην καθημερινότητά μας.

Γρίφος για γερούς λύτες: Θα ήταν τολμηρό να πιστέψει κανείς ότι είναι εύκολο να αποκωδικοποιήσει τον μη λεκτικό κώδικα επικοινωνίας. Πρόκειται ίσως για τον πιο ασαφή κώδικα, όπου κάθε «σήμα» έχει πολλαπλές ερμηνείες και αναγνώσεις. Υπάρχουν, βέβαια, ορισμένα σημάδια που, σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, έχουν κοινά αποδεκτή «μετάφραση», όπως π.χ. το σήκωμα των ώμων, που υποδηλώνει αδιαφορία, ή ένα άγριο και επίμονο βλέμμα, που σηματοδοτεί απειλή.
Αντιφατικά μηνύματα Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, ούτε υπάρχουν μαγικές συνταγές για την κωδικοποίηση ή την αποκωδικοποίηση των μη λεκτικών μηνυμάτων. Κατ’ αρχάς, τα σήματα που στέλνουμε με το βλέμμα, το πρόσωπο, τα χέρια, καθώς και με όλο μας το σώμα, μπορεί να είναι αντιφατικά, γι’ αυτό και δεν αρκεί να βασιστεί κανείς π.χ. στη δυνατή χειραψία ενός ανθρώπου, ο οποίος όμως δεν μας κοιτάει στα μάτια, ή στην ήρεμη έκφραση του προσώπου του συνομιλητή μας, ο οποίος όμως κουνάει νευρικά τα πόδια του. Επίσης, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες εκδηλώνεται μια συμπεριφορά, καθώς και ο χώρος (π.χ. σπίτι, γραφείο), μπορεί να οδηγήσουν σε διαφορετικές ερμηνείες του ίδιου μηνύματος. Ένα παρατεταμένο βλέμμα ή ένα άγγιγμα στον χώρο της δουλειάς μπορεί να γίνει αιτία παρεξήγησης, ενώ η ίδια κίνηση σε έναν άλλο χώρο μπορεί να εκληφθεί θετικά ως φλερτάρισμα.

Παγίδες εν όψει: Όσοι βιαστούν να ερμηνεύσουν επιφανειακά τη γλώσσα του σώματος είναι πιθανό να πέσουν σε παγίδες. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν και οι «διαβασμένοι» (π.χ. ένας άπιστος σύζυγος, ένας πωλητής που υπερβάλλει), οι οποίοι μας κοιτούν κατάματα ενώ λένε ψέματα, τη στιγμή που οι περισσότεροι θεωρούμε ως δεδομένο ότι όταν κάποιος ψεύδεται, συνήθως αποστρέφει το βλέμμα του.
Ζήτημα κουλτούρας Επιπλέον, η κουλτούρα κάθε ατόμου επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τη γλώσσα του σώματός του και τον τρόπο που αυτή ερμηνεύεται. Σε σχετικές έρευνες έχει διαπιστωθεί ότι οι Ιάπωνες «διαβάζουν» ευκολότερα τον θυμό σε πρόσωπα Ιταλών παρά σε πρόσωπα ομοεθνών τους. Αυτή η διαπίστωση έχει άμεση σχέση με το γεγονός ότι οι Ιάπωνες γαλουχούνται ώστε να μην εκφράζουν την οργή τους και να παραμένουν ανέκφραστοι.
Ένα «δυσνόητο κείμενο» Ο τρόπος που επικοινωνούμε μη λεκτικά διαφοροποιείται καθώς μεγαλώνουμε (μαθαίνουμε να κρύβουμε καλύτερα τα συναισθήματά μας), ενώ εξαρτάται από το φύλο, το επάγγελμα (π.χ. μια χορεύτρια και μια αστυνομικός είναι απίθανο να περπατούν ή να χειρονομούν με τον ίδιο τρόπο), την ηλικία, την κοινωνική τάξη, αλλά και το προσωπικό στυλ του καθενός. Διόλου τυχαία, λοιπόν, ο Φρόιντ παρομοίασε ήδη από το 1905 τη μη λεκτική επικοινωνία με γρίφο ή με δυσνόητο κείμενο που απαιτεί ειδικές στρατηγικές ερμηνείας.
Ένα μεγάλο μέρος της προσπάθειάς μας να αποκωδικοποιήσουμε τη σιωπηρή επικοινωνία βασίζεται στο ένστικτο και συνήθως είναι λανθασμένη – έχουμε, δηλαδή, μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στη διαίσθησή μας από ό,τι θα έπρεπε
Όσο καλύτερα γνωρίζουμε το στυλ και το ύφος του συνομιλητή μας, αλλά και όσο πιο παρατηρητικοί είμαστε, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να «διαβάσουμε» σωστά τα μη λεκτικά σήματα που μας στέλνει. Το πρόσωπο Θεωρείται η πιο σημαντική πηγή μη λεκτικής επικοινωνίας. Το βλέμμα ιδιαίτερα θεωρείται πολύ αποκαλυπτικό. Σε σχετικά πειράματα, οι παίκτες του πόκερ δυσκολεύτηκαν να κερδίσουν τον αντίπαλό τους όταν εκείνος φορούσε γυαλιά ηλίου, με άλλα λόγια όταν το βλέμμα τους, που μπορεί να πρόδιδε το φύλλο τους, ήταν κρυμμένο.
Συνήθως η μικρή διάρκεια της οπτικής επαφής εκλαμβάνεται ως αγένεια και αδιαφορία, ενώ η παρατεταμένη διάρκεια ως ένδειξη ενδιαφέροντος, ιδιαίτερα στο φλερτ. Ο καθένας μας, όμως, μπορεί να έχει διαφορετική αντίληψη για την επιτρεπτή διάρκεια του παρατεταμένου βλέμματος και να προσβληθεί ή αντίθετα να κολακευτεί εάν αυτό διαρκέσει πολύ.

Ο τόνος της φωνής «Σημασία δεν έχει τι λες, αλλά πώς το λες»… Είναι μια φράση που όλοι έχουμε πει κατά καιρούς και είναι πέρα για πέρα αληθινή. Ο τόνος και το ύψος της φωνής, αλλά και οι παύσεις, αποκαλύπτουν στοιχεία για τον συνομιλητή μας και τη διάθεσή του. Συχνά οι μελαγχολικοί άνθρωποι μιλούν αργά και χαμηλόφωνα, αλλά το ίδιο μπορεί να κάνει και κάποιος που θέλει να συγκαλύψει την οργή του. Από την άλλη, ο γρήγορος και δυναμικός τρόπος ομιλίας φανερώνει αυτοπεποίθηση και σιγουριά. Δεν αποκλείεται, όμως, κάποιος να μιλά έτσι μόνο και μόνο για να δημιουργήσει τις εντυπώσεις που επιθυμεί.
Τα χέρια Ο εγκέφαλός μας συνδέεται με τα χέρια με περισσότερες νευρικές συνδέσεις από ό,τι με οποιοδήποτε άλλο μέρος του σώματος, γι’ αυτό και οι κινήσεις που κάνουμε με αυτά είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικές της συναισθηματικής μας κατάστασης. Οι ώμοι μας κυρτώνουν όταν είμαστε θλιμμένοι, βάζουμε τα χέρια στις τσέπες ή τα σταυρώνουμε στο στήθος όταν δεν είμαστε και τόσο πρόθυμοι να συμμετέχουμε σε μια συζήτηση ή να αποκαλύψουμε πράγματα για τον εαυτό μας, κάνουμε κοφτές κινήσεις όταν θέλουμε να δηλώσουμε αποφασιστικότητα ή τραβάμε ασυναίσθητα τα χέρια προς τα πίσω όταν μας τείνει το χέρι του κάποιος άγνωστος που επιδεικνύει ασυνήθιστη φιλικότητα.
Τις περισσότερες φορές κάνουμε αυτές τις κινήσεις ασυναίσθητα. Επίσης, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι οι εκτεθειμένες παλάμες σχετίζονται με την ειλικρίνεια, ενώ οι παλάμες που είναι στραμμένες προς τα κάτω -αγαπημένη κίνηση πολλών πολιτικών- συνδέονται με την επιθυμία εξουσίας.
Τα πόδια Συνήθως δεν μας απασχολεί να ελέγξουμε τα πόδια μας, δεδομένου ότι μας ενδιαφέρει περισσότερο π.χ. να κρύψουμε τα συναισθήματά μας στο πρόσωπό μας. Γι’ αυτό και τα πόδια θεωρούνται αποκαλυπτικά της διάθεσής μας. Ένας ήρεμος και σίγουρος συνομιλητής, λόγου χάρη, ο οποίος όμως κουνάει νευρικά το πόδι του -το μέρος του σώματος που μας επιτρέπει να τραπούμε σε φυγή-, ενδεχομένως στέλνει ένα μήνυμα ότι δεν έχει τόση αυτοκυριαρχία όση θα ήθελε και νιώθει άβολα.
Το άγγιγμα Η δύναμη της χειραψίας, η διάρκεια ενός αγγίγματος στο μπράτσο ή στην πλάτη, μια αγκαλιά, αποτελούν σιωπηρά μηνύματα, που συχνά βέβαια καθορίζονται, αλλά και ερμηνεύονται, από το τι επιτρέπεται και τι θεωρείται ταμπού στην εκάστοτε κουλτούρα, από την προσωπικότητα του συνομιλητή μας (αν είναι εξωστρεφής ή εσωστρεφής), καθώς και από τον τρόπο που έχει ανατραφεί.

O «χορός» των σωμάτων: Όταν δύο άνθρωποι επικοινωνούν πραγματικά, τότε οι κινήσεις των σωμάτων τους συντονίζονται σαν σε χορό, εξηγούν οι ψυχολόγοι. Αντιθέτως, όταν η επικοινωνία δεν είναι ζεστή, τότε υπάρχει μεγαλύτερη σωματική ακαμψία και έλλειψη συντονισμού, ακόμη κι αν η κουβέντα μοιάζει να ρέει χαλαρά μεταξύ τους. Ο «χορός» των σωμάτων αποτελεί ένα σημάδι καλής επικοινωνίας. Mάλιστα, ορισμένοι άνθρωποι θεωρείται ότι έχουν μεγαλύτερο ταλέντο στην επικοινωνία όχι τόσο γιατί ξέρουν να μιλάνε καλά, όσο γιατί έχουν την ικανότητα να συντονίζονται σωματικά με τον συνομιλητή τους, κάνοντάς τον να νιώθει άνετα και ζεστά.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου